- Ἐπιγένους
- Ἐπιγένηςmasc gen sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μνημάτιον — μνημάτιον, τό (Α) [μνήμα] 1. μνημάδιον* 2. ως κύριο όν. τίτλος έργου τού Διφίλου και τού Επιγένους … Dictionary of Greek